Παρακολουθώντας και διαβάζοντας τις Τοπικές Εφημερίδες, με χαρά και συγκίνηση, είδα το αφιέρωμα στον Πελοπ. Φράγκο, τον ήρωα των παιδικών μου χρόνων, μα και τον Αρχηγό των νεανικών μου χρόνων, τον άνθρωπο που αποκαλούσα θείο, μιμούμενη την αξέχαστη φιλενάδα μου Κατερίνα Φράγκου και θυμάμαι πως κάθε μας καλή ή κακή πράξη την αντιμετώπιζε με τόσο όμορφο τρόπο συνδυάζοντας την συμβουλή του – το μάλωμα ή τον έπαινο πάντα με ένα χωρατό ή με φιλοδώρημα. Δεν μπορώ να μην γράψω τα συγχαρητήριά μου στον κ. Δημητρόπουλο που ασχολήθηκε με τον Ήρωα αυτόν.
Όμως χωρίς καθόλου παραλληρισμούς σήμερα θα σας γράψω για ένα κατ’ όνομα αεροπόρο, χωρίς να υπάρξει ποτέ αεροπόρος, εκτός από την αρχική του επιλογή και αυτός ήταν ο πατέρας μου Αθανάσιος Δράκος. Ο οποίος τελειώνοντας το Σχολαρχείο και σε ηλικία να στρατευτεί, όταν ανακοινώθηκε ότι θα λειτουργήσει και Σχολή Αεροπορίας στην Ελλάδα και μάλιστα στο ΣΕΔΕΣ Θεσσαλονίκης και καλούσε νέους, χωρίς να ρωτήσει την οικογένειά του έφτασε στην Θεσσαλονίκη και κατετάγη στην Αεροπορική Σχολή. Μάλιστα ακόμη και τώρα καμαρώνω τις φωτογραφίες του με τις στολές των πρώτων αεροπόρων. Μία δε όσο το μαγαζί μας ήταν στην δικαιοδοσία μας, κοσμούσε τον χώρο και όλοι θαύμαζαν τον ωραίο αεροπόρο με την στολή που φορούσαν όταν ήταν σε δράση, οι άλλες φωτογραφίες αφορούν όλους μαζί τους τότε εκπαιδευόμενους αεροπόρους και μάλιστα είναι στην όπισθεν όψη της φωτογραφίας τα ονόματα των 13ων εκπαιδευόμενων.
Τελειώνοντας τον μακροσκελέστατο πρόλογό μου θα ακούσετε πως ο υποτιθέμενος αεροπόρος Θανάσης Δράκος δεν έγινε ποτέ αεροπόρος. Φύση δειλός βλέποντας αυτά τα εκπαιδευτικά αεροπλάνα έτοιμα ακόμη και στο διάδρομο να διαλυθούν και από αυτή την κατάσταση ένας συνεκπαιδευόμενος να χτυπήσει άσχημα, μετάνιωσε πολύ για αυτήν του την κατάταξη και μετανιωμένος και προβληματισμένος ήρθε και έδεσε όταν σε μια έξοδο στη Θεσσαλονίκη συνάντησε τον Κρέοντα Φράγκο, φίλο του και αδερφό του Πελοπίδα, ο οποίος όταν του είπε ο πατέρας μου τι κάνει στη Θεσσαλονίκη, γύρισε και κοιτάζοντάς τον είπε το ανεπανάληπτο:
ΤΙ ΛΕΣ ΡΕ ΘΑΝΑΣ; ΠΛΙ ΘΑ ΓΕΝΗΣ ΘΑΝΑΣ;
Πάει να πει: Τι λες ρε Θανάση; Πουλί θα γίνεις Θανάση;
Αυτό ήταν και το τελειωτικό χτύπημά της του αεροπόρου καριέρας του πατέρα μου, ο οποίος έφυγε από κει και κατέφυγε στη Αθήνα και βρήκε καταφύγιο στα υπόγεια τυπογραφεία της Βραδινής του Εμπρός και λοιπών Εφημερίδων και έμεινε εκεί με την συμπαράσταση των εργαζομένων αυτών και Εκδοτών πολλά χρόνια γιατί τον κυνηγούσε το Αεροδικείο και οι ποινές τότε ήταν πολύ αυστηρές.
Όμως εκεί στα υπόγεια των Εφημερίδων έμαθε την τυπογραφεία – την δημοσιογραφία, κέρδισε μεγάλη εγκυκλοπαιδική μόρφωση και με αυτά πορεύτηκε στην μετέπειτα ζωή του, που ίσως κάποια άλλη φορά σας κουράσω.
Ευχαριστώ
Ζιζίκα Δράκου Βούλγαρη