Οι Δημοτικές εκλογές έλαβαν τέλος και οι τοπικές κοινωνίες αποφάσισαν για τα περεταίρω της αυτοδιοίκησης. Μιας αυτοδιοίκησης που λιμοκτονεί οικονομικά, αλλά δεν παύει να αποτελεί τον μαγνήτη για όλους αυτούς που τους διακατέχει το σαράκι της ανάμειξης στην διαχείριση των πραγμάτων στην περιοχή τους.
Αυτή τη φορά θα επικεντρωθώ σε όσα διαδραματίζονται διαδικαστικά στις εκλογές στο χωριό. Και λέω διαδικαστικά γιατί όσο κι αν φαίνεται απλό, εν τούτοις και στις τόσο μικρές κοινωνίες δεν λείπουν οι διοικητικές υποχρεώσεις ώστε να τακτοποιηθεί σωστά η επιλογή του τοπικού άρχοντα.
Όσο και αν φαίνεται παράξενο η εκλογή του τοπικού άρχοντα δεν είναι και τόσο εύκολη υπόθεση.
Κατ’ αρχάς οι δυσκολίες ξεκινάνε από τις υποψηφιότητες και από το κατά πόσο αυτές έχουν χαρακτήρα εκλογής ή σκοπιμότητας.
Το να αποφασίσει κάποιος να ‘’εκτεθεί’’ ως υποψήφιος με την λογική της εκλογής, δεν του αρκεί και μόνο το καλό βιογραφικό του προφίλ.
Χρειάζεται απαραίτητα και την εκτίμηση των συμπολιτών του, αλλά και την αποδοχή η οποία εξαρτάται και από άλλα ενδιαφέροντα δεδομένα που τον αφορούν. Τέτοια δεδομένα είναι η κοινωνικότητα του υποψηφίου, η ρητορική της πρόσβασης στην κεντρική διοίκηση, ενδεχομένως η εμπειρία στα αυτοδιοικητικά και το σπουδαιότερο η ψηφοθηρική δυνατότητά του ακόμα και στο εγγύτερο περιβάλλον των συγγενών του.
Τι θα μπορούσε άραγε να προσφέρει ο πρόεδρος ενός κοινοτικού διαμερίσματος μέσα στα στενά πλαίσια των αρμοδιοτήτων του, στον τόπο του, στο χωριό του;
Παρ’ ότι το χωριό έπαψε να αποτελεί μια διοικητική οντότητα, εντούτοις και παρ’ ότι παραμελημένο από την κεντρική διοίκηση, ο τοπικός άρχοντας δεν παύει να αποτελεί τον αρμόδιο εξουσιαστικό παράγοντα που μεσολαβεί μεταφέροντας ιδέες, πλάνα ανάπτυξης, ακόμη και φιλοσοφικούς στοχασμούς στην κεντρική διοίκηση. Και το λέω αυτό γιατί αλίμονο αν ο ‘’ξωμάχος‘’ διοικητικός παράγοντας δεν έχει το δικαίωμα να αναπτύξει τις ιδέες του ακόμη και με στοχασμό.
Είναι δε υποχρεωμένος να αντιλαμβάνεται σε βάθος τα δρώμενα, και έχοντας της φύσης την σίγουρη διδασκαλία, να υψώνει μπόι ρωμαλέο.
Δεν το λέω εγώ αυτό αλλά ένας νεώτερος φιλόσοφος, ο Δημ. Λιαντίνης στο βιβλίο του τα Ελληνικά. Εκεί μέσα αναπτύσσει εν πολλοίς το πνεύμα του ‘’μορφωμένου‘’ ξωμάχου, ο οποίος για λόγους εμβάθυνσης σκέψεων και λόγω του μεγαλείου της εξοχής, βιώνει την κατανυκτική σιωπή, αλλά κατόπιν αξιολογεί τις δυνατότητες παρέμβασης και πράττει πολύ πιο πειστικά.
Θα μείνω για λίγο και πάλι στις εκλογές στο χωριό μόνο και μόνο να δούμε αν οι υποψήφιοι εκτίθενται από θέσφατη υποχρέωση και άρα τα πρόσωπα είναι εκ του ουκ άνευ μη αξιολογήσιμα ή κάποιες φορές προκύπτουν ισχυρές υποψηφιότητες μέσα από συνεργασίες, προτάσεις παραγόντων, ώστε μετά από έναν τίμιο προεκλογικό αγώνα να προκύπτει μετά τις εκλογές θεμιτό και ουσιαστικό αποτέλεσμα. Θα έλεγα ότι η τοπική κοινωνία περισσότερο κινείται στα όρια της κάλυψης των αναγκών του θέσφατου παρά σε διεργασίες συνεργασιών.
Το σπουδαιότερο δε είναι ότι οι μέλλοντες ταγοί του Δήμου, συνήθως δεν αναλαμβάνουν πρωτοβουλίες αναζήτησης προσώπων με προσόντα για συνεργασίες, παρότι αυτές ούτως ή άλλως θα προκύψουν.
Είναι πολύ απογοητευτικό όταν ικανοί υποψήφιοι Δήμαρχοι δεν έχουν μέσα στα πλάνα τους την προοπτική κάλυψης καλών συνεργασιών με πρόσωπα απαραίτητων δυνατοτήτων στην Περιφέρεια του Δήμου.
Αν φιλολογήσω λίγο την δράση του ‘’ξωμάχου‘’ διοικητικού παράγοντα του Δήμου, τότε πολύ εύκολα θα φτάσω στον όρο της ’’κυβερνητικής‘’. Ενός όρου όπου αντιπροσωπεύει τις δυνατότητες όσων έχουν την πρόθεση ν’ ασχοληθούν με τα κοινά, και που λίγο πολύ τους κατευθύνει για δράση.
Και όπως πολύ σωστά γράφει ο Ώρελ Νταβίντ στο βιβλίο του ‘’Κυβερνητική και άνθρωποι‘’, ο κάθε άνθρωπος που ασκείται σε αυτή την υγιεινή και την εντιμότητα του πνεύματος που λέγεται φιλοσοφία, μπορεί επίσης ν’ ασχοληθεί με αυτό το άλλο είδος πνευματικής ενέργειας που λέγεται ‘’κυβερνητική‘’.
Για τον τοπικό περιφερειακό άρχοντα ο όρος της Κυβερνητικής του ταιριάζει γάντι γιατί η ‘’Κυβερνητική‘’ είναι ένας παράφορος στοχασμός πάνω στο τρόπο δράσης. Κι’ αυτό γιατί κατ’ επέκταση η πολιτική απ’ όπου και αν πηγάζει έχει φιλοσοφικό υπόβαθρο.
Πρέπει δε να γίνει αντιληπτό ότι δεν στοχάζονται μόνο οι επιστήμονες αλλά και οι κοινοί, καθημερινοί άνθρωποι. Αυτό σημαίνει ότι αυτός που ασκεί πολιτική με τεχνοκρατικές δράσεις έστω και απλές, περιορίζεται σαν τον σοφιστή να προσφέρει στους συντοπίτες του ανθρώπους, την πραγμάτωση μερικές φορές και την πιο απίστευτη των επιθυμιών τους. Συνέχεια ψάχνει τα μέσα για υλοποίηση απαιτήσεων και το τελευταίο που μπορεί να αποδεχτεί είναι η έκφραση της ‘’κυβερνητικής‘’ : Είναι πιθανώς πραγματοποιήσιμο.
Για να μην παρεξηγηθώ, χρησιμοποίησα όρους τεχνοκρατικούς για την δράση του Προέδρου του χωριού γιατί πιστεύω ότι και με πρακτικά μέσα, άμα υπάρχει το μεράκι και το ταλέντο της δράσης, μπορεί και σε τοπικό επίπεδο πολλά να επιτευχθούν.
Χρειάζεται πλάνο δράσεων, ιεράρχηση διαδικασιών και αρωγή ένθεν και κείθεν.
Και όταν λέω πρακτικά μέσα, σαφώς και εννοώ την χρησιμοποίηση της κοινής λογικής αλλά ποτέ δεν πρέπει να απλοποιείται η κλίμακα των στόχων. Γιατί αυτός που διαχειρίζεται τα κοινά, πρέπει με τέχνη να δίνει αποτελεσματικότητα στην πράξη. Μια πράξη, οποιαδήποτε δημιουργική πράξη, η οποία θα πρέπει να ελέγχεται από το μυαλό, μέχρι την τελευταία στιγμή ενέργειας. Έτσι έρχεται στο φως το ορθολογικό στοιχείο που αφορά τους πάντες, χαρίζοντας σ’ αυτόν που το διαχειρίζεται και σ’ αυτούς που αφορά, προοπτική και μέλλον.
Βασίλης Νασόπουλος
Βελβίνα Ναυπάκτου
Από την έντυπη έκδοση της εφημερίδας «εμπρός»