«Να υπάρξει σοβαρότητα κάποια στιγμή». Η φράση ανήκει στον πρόεδρο του Δημοτικού Λιμενικού Ταμείου, τον Σπύρο Τσέλιο, και την είπε στο πρόσφατο δημοτικό συμβούλιο στη συζήτηση για την αλλαγή της προγραμματικής σύμβασης σχετικά με το έργο που θα χρηματοδοτήσει το πρόγραμμα interreg.
Την ξεχώρισα και την φέρνω μόνη της εδώ ως το ρεζουμέ συνολικά της συγκεκριμένης συνεδρίασης, η οποία πέραν του θέματος αυτού, με τις αντεγκλήσεις που θα διαβάσετε στο αναλυτικό ρεπορτάζ, είχε και μία ακόμα ενδιαφέρουσα συζήτηση, αυτή για το οικόπεδο του 3ου δημοτικού σχολείου, μετά και την αρνητική γνωμάτευση στο ΣτΕ για την έγκριση τοπικού ρυμοτομικού (επίσης μπορείτε να διαβάσετε το αναλυτικό ρεπορτάζ).
Το πρωί, πριν η «ε» φύγει για το τυπογραφείο, και ενώ ήμουν καθισμένος μπροστά στον υπολογιστή κλείνοντας τις τελευταίες λεπτομέρειες της ύλης της εφημερίδας, η φράση αυτή στριφογύριζε έντονα στο μυαλό μου. Και είναι θεωρώ η πλέον χαρακτηριστική, που μέσα της περικλείεται όλο το νόημα του τι συμβαίνει σήμερα στα κοινά της περιοχής μας. Στερούμαστε σοβαρότητας. Κι αυτό ως διαπίστωση δεν αφορά μόνο την απέναντι πλευρά, εκεί δηλαδή που απευθύνθηκε ο Σπ. Τσέλιος, αλλά και εκείνη της διοίκησης. Γιατί μπορεί ο ίδιος να εννοούσε ότι η αντιπολίτευση μονίμως βρίσκει προβλήματα στα όσα πράττει η δημοτική αρχή, το στερούμαστε σοβαρότητας όμως μπορεί να αφορά και την πλειοψηφία του δήμου, όχι στο πως εμφανίζεται στο δημόσιο διάλογο, αλλά στο πως σχεδιάζει συνολικά το πλάνο του δήμου, προχωρώντας στη συνέχεια στην υλοποίησή του. Είναι άραγε αποτέλεσμα σοβαρού σχεδιασμού αυτό ή μήπως απλώς προσθέτουμε κομμάτια σε ένα παζλ που δύσκολα βγάζει νόημα;
Με τον Σπ. Τσέλιο δεν θα διαφωνήσω ως προς τον τρόπο που χρησιμοποίησε τη φράση, κοιτάζοντας την πλευρά της μειοψηφίας που εκείνη τη στιγμή είχε απέναντί του. Και είναι αλήθεια ότι η Ενωτική Πρωτοβουλία, στα δύο έως σήμερα χρόνια που βρίσκεται στην αντιπολίτευση, δείχνει μία έντονη, έως και ανεξήγητη θα έλεγα τάση, να τραβά σχεδόν τα πάντα στα άκρα, δίνοντας την εντύπωση πως έχει προαποφασίσει την άρνησή της για το κάθε τι που γίνεται ή προκύπτει στο δήμο, αναζητώντας στη συνέχεια το δρόμο της σκέψης που θα την οδηγήσει σε αυτή της την άρνηση. Η υπόθεση του οικοπέδου του 3ου δημοτικού είναι ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτού, στα δικά μου μάτια τουλάχιστον, διότι προσπαθεί να χρεώσει στη νυν διοίκηση την αρνητική απόφαση του κορυφαίου δικαστηρίου της χώρας, για ένα θέμα που υπήρξε σχεδόν αποκλειστικά δική της η ευθύνη για ότι… μας βρήκε. Προσπερνώ το ότι της ζητήθηκε να ψελλίσουν έστω μία συγγνώμη για το ζήτημα, θέλω να ξεχάσω πως η αντίδραση στελέχους της σε αυτό ήταν η φράση «αλητεία», όμως φρονώ πως και η αντίδραση… για την αντίδραση, έχει όρια.
Από την άλλη, και ενώ οι της δημοτικής αρχής τουλάχιστον σε αυτό το «γήπεδο» είναι περισσότερο διακριτικοί, δεν έχουν λόγο άλλωστε να τραβούν στα άκρα καθώς κάτι τέτοιο μόνο ζημιωμένους θα τους έβγαζε, δεν μπορώ παρά να πω ότι στον τομέα του σχεδιασμού πράττουν χωρίς ένα σοβαρό σχέδιο, με αρχή, μέση και τέλος. Είπε ο Σ. Παπαβασιλείου, στη συζήτηση για το πρόγραμμα interreg, ότι παίρνονταν οι καλύτερες αποφάσεις κάθε φορά βάσει των συνθηκών. Καταλήξαμε λοιπόν ως δήμος να οδηγήσουμε το 1,8 εκατ. ευρώ στο παραλιακό μέτωπο της πόλης, χωρίς όμως πριν, όπως σωστά παρατήρησε ο Γ. Μπουλές, να έχουμε φτιάξει το μεγάλο σχέδιο του πως οραματιζόμαστε το σημαντικότερο κομμάτι της πόλης. Ένα κομμάτι που σήμερα έχει αφεθεί σχεδόν στη τύχη του, έρμαιο στις διαθέσεις ορισμένων εκ των επαγγελματιών (όσο σκληρό κι αν ακούγεται αυτό). Τι κάναμε όμως για μία ακόμα φορά ως δήμος; Μπροστά στον κίνδυνο να χαθούν χρήματα, αποφασίσαμε μία παρέμβαση η οποία όχι μόνο δεν αποτελεί μέρος ενός συνολικότερου σχεδίου για την πόλη, αλλά στην προκειμένη περίπτωση, δεν είναι καν απόρροια σοβαρού σχεδιασμού του ίδιου του χώρου όπου θα πραγματοποιηθεί.
«Να υπάρξει σοβαρότητα κάποια στιγμή», λοιπόν, κατά τα λόγια του Σπ. Τσέλιου, και συμφωνώ απόλυτα μαζί του, αλλά ανοίγοντας περισσότερο τη βεντάλια του τι αφορά και δεν έχει σχέση μόνο με συμπεριφορές στο δημόσιο διάλογο, αλλά και με πράξεις, κι αυτό είναι σημαντικότερο, καθώς κρίνουν το σήμερα και πολύ περισσότερο το αύριο της πόλης.
Από τα παραπολιτικά σχόλια της εφημερίδας εμπρός