Του Κωνσταντίνου Πατούχα*
Η οργάνωση του Υπουργείου Πολιτισμού το 1977 με περιφερειακές υπηρεσίες ένταξε την περιοχή της Ναυπακτίας στην χωρική αρμοδιότητα της ΣΤ’ Εφορείας Προϊστορικών & Κλασσικών Αρχαιοτήτων με έδρα την Πάτρα, της 8ης Εφορείας Βυζαντινών Αρχαιοτήτων με έδρα τα Ιωάννινα και της 2ας Εφορείας Νεωτέρων Μνημείων με έδρα την Πάτρα.
Από τότε ως σήμερα η δομή του Υπουργείου άλλαξε αρχικά με μεγάλη και στην συνέχεια μικρότερη διασπορά Εφορείων. Έτσι ενώ δημιουργήθηκαν οι μικρότερες ΛΣΤ ΚΠΑ με έδρα το Μεσολόγγι και η 22η ΕΒΑ με έδρα την Ναύπακτο, από το 2014 έχουμε την ενιαία Εφορία Αρχαιοτήτων με έδρα το Μεσολόγγι.
Σε όλα αυτά τα χρόνια δεσπόζει ο ρόλος του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου (ΚΑΣ) ως το ανώτατο, επιστημονικό όργανο του Υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού (όπως ορίζεται πλέον και το Υπουργείο). Γνωμοδοτεί για θέματα, που σχετίζονται με την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς, την προβολή, ανάδειξη και διαχείριση του πολιτιστικού αποθέματος της χώρας και τη διαμόρφωση πολιτικής στον τομέα της πολιτιστικής κληρονομιάς.
Το ΥΠΠΟ & η Ναυπακτία
Η παρουσία του Υπουργείου Πολιτισμού στην Ναυπακτία την πρώτη περίοδο, που διήρκεσε 30 περίπου χρόνια, γινόταν από επανδρωμένες υπηρεσίες με ωστόσο τεράστιο χωρικό αντικείμενο. Λόγω της ταυτόχρονης έντονης ανοικοδόμησης υπήρξε σημαντικό ανασκαφικό έργο, ωστόσο στα πλαίσια προστασίας και ανάδειξης κτιρίων αρχιτεκτονικής κληρονομιάς σίγουρα τα πράγματα θα μπορούσαν να ήταν καλύτερα.
Η σύγχυση με τις συναρμοδιότητες που είχαν Υπουργεία Πολιτισμού και Περιβάλλοντος για την προστασία της Ναυπάκτου έφερε τραγελαφικά αποτελέσματα, όπως την περιβόητη «υφιστάμενη κατάσταση», με συνέπεια να διαμορφωθεί το κατάλληλο έδαφος για το μετέπειτα κραχ του Οικιστικού της πόλης.
Η πολιτική στα μνημεία της πόλης και της περιοχής δυστυχώς παρασύρθηκε από την περιρρέουσα ατμόσφαιρα και ενώ έγιναν σημαντικές απαλλοτριώσεις (10 στον αριθμό) για την ανάδειξη των Τειχών του Κάστρου δεν προχώρησαν και απαραίτητα έργα αναστύλωσης και ανάδειξης αυτών, μένοντας μόνο σε σωστικές επεμβάσεις που είχαν έκτακτο χαρακτήρα.
Στα μέσα της δεκαετίας του 1990 ξεκίνησε το πρόγραμμα «Κάστρων Περίπλους» με μελέτες από κλιμάκια του Υπουργείου Πολιτισμού και έργα που εκτελέστηκαν μέσα από διαγωνισμό και χρηματοδότηση από το Β’ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης (Β’ ΚΠΣ). Τόσο το Κάστρο Ναυπάκτου, όσο το Κάστρο Αντιρρίου μελετήθηκαν και εντάχθηκαν στο πρόγραμμα για τον μεν της Ναυπάκτου περιορίστηκαν τα έργα σε σημεία της Ακρόπολης ενώ στο Αντίρριο έγινε ενδεχομένως μια πιο ολοκληρωμένη παρέμβαση.
Από την 22η ΕΒΑ & ΛΣΤ ΚΠΑ στην ΕΦΑ
Την 2η περίοδο είχαμε τον «τεμαχισμό» των Εφορειών για τον περιορισμό του χωρικού ελέγχου τους που ενώ αρχικά φάνταζε ως βήμα για πιο συστηματική παρέμβαση στην πράξη λόγω έλλειψης προσωπικού έφερε αντίθετα αποτελέσματα.
Ενώ πλήθαιναν τα χρηματοδοτικά εργαλεία οι Εφορείες χωρίς τον απαραίτητο εξειδικευμένο προσωπικό περιορίζανε συνεχώς τους στόχους.
Την περίοδο αυτή ο Σταύρος Μπένος με το σωματείο Διάζωμα αναστατώνει την στωική ηρεμία του Υπουργείου και φέρνει μια νέα αντίληψη για την διαχείριση των μνημείων με έμφαση στα Αρχαία Θέατρα. Από το Διάζωμα θεμελιώθηκε και η νέα εποχή του Αρχαίου Θεάτρου της Μακύνειας όπου με χρηματοδότηση από τον «κουμπαρά» προχώρησαν σημαντικές μελέτες και έργα για την πρωταρχική αναστήλωση του.
Για τα Βυζαντινά Μνημεία ελλείψει Αρχιτέκτονα και λοιπών μελετητών η προσπάθεια εκπόνησης και ωρίμανσης μελετών γινόταν μέσω έκτακτου προσωπικού με σύμβαση έργου, το οποίο ωστόσο έφερε το 2013 σημαντικές παρεμβάσεις, με έργα αυτεπιστασίας, στο δυτικό βραχίονα των Τειχών (πλησίον πλαζ) με την ανάδειξη της κανονιοθυρίδας καθώς και σημειακά έργα σε λοιπά τμήματα.
Την ίδια περίοδο προχώρησε η συνεργασία του ΥΠΠΟ με τον Δήμο με την σύναψη προγραμματικής σύμβαση για την εκπόνηση ερευνητικού προγράμματος με τίτλο «Αναγνώριση, καταγραφή, τεκμηρίωση & προτάσεις για την προστασία και ανάδειξη του Ιστορικού Οικισμού Ναυπάκτου».
Προηγουμένως είχε προχωρήσει η μελέτη του Πολιτιστικού Μονοπατιού, η διαμόρφωση του Πάρκου Θεβάντες και διάνοιξη της Θαλάσσιας Πύλης, η ανάδειξη της Δυτικής Πύλης του Κάστρου στην Ντάπια Μπότσαρη και έργα για την ανάδειξη του Ασκληπιείου στο Τσοκάρι.
Μια σημαντική κατάκτηση ήταν και η απόδοση του Φετιχιέ Τζαμί ως πολιτιστικός χώρος περιοδικών εκθέσεων και εκδηλώσεων, που είχε αναστυλωθεί από πόρους του Β’ ΚΠΣ.
Το Ερευνητικό Πρόγραμμα που είναι γνωστό και ως Εnaf, εκτελείται με χρηματοδότηση από τον Δήμο Ναυπακτίας και συμμετέχει και η Περιφέρεια Δυτικής Ελλάδος μαζί με το Υπουργείο Πολιτισμού και το Πανεπιστήμιο Πατρών.
Μέσω του ευρύ ερευνητικού έργου που εκπονεί το τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών στα πλαίσια των Φάσεων του Προγράμματος υποστηρίχθηκαν και οι μελέτες που ολοκλήρωσε η Εφορεία Αρχαιοτήτων Αιτωλοακαρνανίας & Λευκάδος για την συνέχιση των έργων στα Τείχη του Κάστρου. Οι μελέτες αυτές είναι προς συζήτηση αυτές τις μέρες στο ΚΑΣ και η έγκρισή τους θα είναι το επόμενο σημαντικό βήμα στην αναστύλωση των Τειχών και την σταδιακή ανάδειξη της Καστρόπολης.
Η τελική χρηματοδότηση αυτών προβλέπεται από το Πρόγραμμα CLLD/LEADER της Αιτωλικής Αναπτυξιακής καθώς και από το Πρόγραμμα Διασυνοριακής Συνεργασίας Interreg V-A «Ελλάδα- Ιταλία» και αναμένεται να γίνουν έργα με αυτεπιστασία τόσο στον ανατολικό βραχίονα των οχυρώσεων όσο και στο δυτικό βραχίονα, ενώ υπάρχουν και προβλέψεις για επιπλέον έργα όπως για την ανάδειξη των κρηνών της πόλης.
Κοιτάζοντας προς την Καστρόπολη
Είναι δεδομένο πως οι ανάγκες για έργα μόνο στην περιοχή του Κάστρου από την Ακρόπολη ως το Ενετικό Λιμένα είναι ακόμη πολύ σημαντικές. Δυστυχώς την χρυσή πρώτη περίοδο του Υπουργείου το Κάστρο της Ναυπάκτου δεν τέθηκε ως όφειλε σε προτεραιότητα.
Σημαντικά εμπόδια ήταν και είναι η έλλειψη πόρων, η έλλειψη ενός ολοκληρωμένου σχεδίου δράσης για την εκπόνηση μελετών και έργων και η έλλειψη κατάλληλου προσωπικού με συνέπεια να μην προχωρούν ούτε παρεμβάσεις που θα έπρεπε να είναι αυτονόητες.
Όπως αυτές που απαιτούνται στον Ενετικό Λιμένα (βλέπε Μεντένι) -άμεσης προτεραιότητας- και η καθυστέρηση αυτών μπορούν να φέρουν τραγικά αποτελέσματα, οι παρεμβάσεις για την αναστύλωση και ανάδειξη των Τειχών στο σύνολο του μνημείου πρέπει να συνεχίσουν και εντατικότερα, η απομάκρυνση του ερειπίου Μακαρονοποιείου, η εκπόνηση υδρογεωλογικής και δασικής μελέτης για τον Λόφο του Κάστρου είναι απαραίτητα για την διασφάλιση και περαιτέρω ανάδειξη του Μνημείου, η αποκατάσταση των Οθωμανικών Λουτρών και η διαμόρφωση του Βεζύρ Τζαμί, η αποκατάσταση του Περίδρομου των Τειχών και συμπλήρωσή του στο Πολιτιστικό Μονοπάτι που πρέπει να υποστηριχθεί και να επεκταθεί.
Στα πλαίσια της ολοκλήρωσης του Χωροταξικού Σχεδιασμού η συζήτηση και η δρομολόγηση ενός νέου Κυκλοφοριακού Μοντέλου με Τούνελ κάτω από το Λόφο του Κάστρου και σύνδεση της Παράκαμψης με το Λόφο του Κάστρου είναι θεμελιώδη για να ξεκλειδώσει η πόλη και να αποδώσει ένα ανθρώπινο ιστορικό κέντρο.
Όλα τα παραπάνω και άλλα τόσα οφείλουν να δρομολογηθούν σε μια πιο άμεση συνεργασία του Δήμου με τις Εφορείες Αρχαιοτήτων και το Υπουργείο.
Αν ο κρατικός μηχανισμός λειτουργούσε με κανονικότητα άλλων εποχών θα ήταν απαίτηση η άμεση επάνδρωση των υπηρεσιών με το κατάλληλο προσωπικό. Όμως η Μεταμνημονιακή εποχή απαιτεί πρακτικές, ουσιαστικές και πιο άμεσες λύσεις πάντα στα περιθώρια των εργαλείων που διαθέτει και η αυτοδιοίκηση.
Στο παρελθόν η Ρόδος, το Ρέθυμνο, το Ηράκλειο και η Κέρκυρα οργάνωσαν Γραφεία Παλιάς Πόλης ή Φορείς Διαχείρισης και παρουσιάσανε μετά από συστηματική συνεργασία των συναρμόδιων φορέων εξαιρετικά αποτελέσματα τόσο στην διαχείριση και ανάδειξη μνημείων όσο και στην ίδια την βελτίωση της λειτουργίας των πόλεων και της ποιότητας ζωής των πολιτών της.
Η μέθοδος που εισήγαγε το Διάζωμα διασφάλισε το παρόν και το μέλλον για τα Αρχαία Θέατρα και κάτι αντίστοιχο για τα Κάστρα της χώρας θα είχε τεράστια σημασία για την Ναύπακτο.
Κάθε βήμα προς την ανάδειξη της Καστρόπολης είναι βήμα με πολλαπλά οφέλη για τους πολίτες και η περαιτέρω αξιοποίηση του ερευνητικού προγράμματος είναι μονόδρομος στην διαμόρφωση ενός νέου πλαισίου για την πιο άμεση επίτευξη αυτού του στόχου.
*ο Κ. Πατούχας είναι διπλωματούχος πολιτικός μηχανικός
Από την έντυπη έκδοση της εφημερίδας «εμπρός»