Καθώς διαλύονται οι καπνοί των τόσων πολλών εμπρησμών, που θα δικαιολογούνταν μόνον από άσβεστο μίσος προς τη φύση ή από την απόλυτη εξαχρείωση των εμπρηστών, εμφανίζονται κι άλλα θέματα στο προσκήνιο της επικαιρότητας, όπως αυτό που αφορά στο αίτημα της Ελληνικής κυβέρνησης του δανεισμού στην Ελλάδα από το Βρετανικό μουσείο, μέρους των Γλυπτών του Παρθενώνα…
Σ’ αυτή την περίπτωση ταιριάζει η φράση που λέει ο σοφός λαός «εκεί που μας χρωστούσανε, μας φάγαν και το βόδι». Υπήρξαν, και δικαιολογημένα, πολλές αντιδράσεις , για το αν έπρεπε να ζητήσουμε να μας δανείσουν τα γλυπτά , που πιο ελληνικά δεν μπορεί να γίνουν… Με την αλαζονεία τους, την άκαμπτη κι αποικιοκρατική τους συμπεριφορά, οι κύριοι του Βρετανικού μουσείου απαίτησαν να παραδεχτούμε πρώτα πώς είναι δικά τους!, πως τους ανήκουν! και μετά θα το σκεφτούν, αν θα μας τα δανείσουν! (Κρατάει χρόνια αυτή η κολόνια).
Θα πρέπει να παρακολουθήσουμε κάπως το απλό σκεπτικό τού Βρετανικού μουσείου. Ο Έλγιν ισχυρίζεται πως εξαγόρασε από τον σουλτάνο το δικαίωμα να αφαιρέσει –τι βαρβαρότητα ! — από τον Παρθενώνα τα μάρμαρα. Τα μετέφερε κακήν – κακώς με πλοίο στην Αγγλία και στη συνέχεια τα πούλησε στο Βρετανικό μουσείο, σε μια εποχή που δεν υπήρχε βέβαια ακόμη ελληνικό κράτος να υπερασπιστεί το έχει του. Σύμφωνα με την τρέχουσα λοιπόν, λογική, αυτό για το οποίο έχεις πληρώσει , σου ανήκει πια, είναι δικό σου. Με αυτή τη λογική, το Βρετανικό μουσείο θεωρεί πως έχει δίκιο.
Θα μπορούσε όμως κανείς να επικαλεστεί και μια διαφορετική λογική ή καλύτερα μια διαφορετική ηθική, γιατί το θέμα πια ανήκει μάλλον στο χώρο της ηθικής. Έχουν περάσει διακόσια και πλέον χρόνια περίπου από τότε. Οι Έλληνες εκτός που συγκρότησαν κράτος, τελευταία απόκτησαν κι ένα πολύ εντυπωσιακό στην λιτότητα και στην λειτουργικότητά του μουσείο, για τα ευρήματα του βράχου της Ακρόπολης και των γύρω του λατρευτικών χώρων και σπηλαίων, που νοερά βρίσκεται σε μια διαρκή οπτική επαφή με τον βράχο. Το καινούριο μουσείο της Ακρόπολης…
Θα περίμενε κανείς πως τα θέμα της ιδιοκτησίας των Γλυπτών του Παρθενώνα δεν θα ήταν πια θέμα κυρίως οικονομικό του τύπου… «Πλήρωσα άρα μου ανήκουν»…
Πλέον το θέμα, επιμένουμε πως είναι κυρίως ηθικό… Μπορεί να τα αγοράσατε, ναι , αλλά πόσο δικά σας είναι…; Πόση πειστικότητα χωρά στον ισχυρισμό ότι είναι δικά σας; Το μνημείο από το οποίο βίαια τα αποσπάσατε κακοποιώντας τα, είναι ακόμα όρθιο … πλην λεηλατημένο… και βοά ακόμα … και αιμορραγεί ακόμα… και περιμένει ακόμα… Τι άραγε περιμένει; Περιμένει ίσως μια άλλη, μια λιγότερο μπακαλίστικη λογική από αυτή του πληρώνω και ιδιοποιούμαι κάτι. Περιμένει ίσως να αποδοθεί δικαιοσύνη… Μια ιδιότυπη δικαιοσύνη της αισθητικής… της γενναιοδωρίας… της ευαισθησίας. Οι ιερείς της πομπής των Παναθηναίων, οι ιππείς, οι ίπποι τους και οι πιστοί, της θεάς Αθηνάς, Αθηναίοι, σαν σε ανεξήγητη ομηρία, βίαια αποκομμένοι από την όμορφη γιορτή τους , βρέθηκαν και κρατούνται μακριά από την υπόλοιπη πομπή και περιμένουν πάντα κι ονειρεύονται να γυρίσουν, να ενωθούν με τους υπόλοιπους κι ανεβαίνοντας το δρόμο για τον ναό, να ολοκληρώσουν τις προσφορές τους στη θεά της σοφίας.
Μια δικαιοσύνη επίσης, της αποκατάστασης της μυθολογικής, καλλιτεχνικής και ιστορικής μνήμης μιας εποχής (5ος αι. πΧ) που πρόσφερε στην Ευρώπη την πρώτη ύλη για να εξελιχθεί πνευματικά, πολιτικά, ηθικά, φιλοσοφικά, επιστημονικά. Μια δικαιοσύνη ανθρωπισμού που θα υπερβαίνει τον εγωισμό, τη μικροψυχία, και το υλικό κέρδος από παντού, κάνοντας ένα βήμα μπροστά.
Μεταξύ μας, δεν είναι λογικό να δανείζεται κανείς τα δικά του δημιουργήματα… λογικό είναι να τα ζητά πίσω… και να τα αποκαθιστά στη θέση τους… κλείνοντας τις πληγές του άδειου τους χώρου…
Έτσι ελπίζουμε κάποτε, καθώς οι Ευρωπαίοι θα αποκτούμε τον πολιτισμό της γενναιοδωρίας, του ωραίου, του δικαίου, να ξεπεραστεί η μικρόψυχη λογική της αγοροπωλησίας σε πράγματα και δημιουργήματα που πρέπει να μένουν έξω από αυτήν.
Από την έντυπη έκδοση της εφημερίδας «εμπρός»