Γράφει ο Γιώργος Ασημακόπουλος
Ας κάνουμε μια υπόθεση: ο κορονοϊός ήρθε τριάντα χρόνια νωρίτερα ας πούμε. Το 1990 και όχι το 2020. Η τότε κυβέρνηση λαμβάνει τα ίδια μέτρα: καραντίνα στο σπίτι μέχρι ο ιός να υποχωρήσει. Πως θα ήταν η ζωή μας;
Μια ομοιότητα του τότε με το σήμερα είναι ότι έχουμε Πρωθυπουργό με το ίδιο επώνυμο, μιας και τότε είχε μόλις κερδίσει τις εκλογές ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης. Οι ομοιότητες όμως σταματάνε εκεί.
Όλα τότε ήταν εντελώς διαφορετικά στο σπίτι. Γιατί δεν υπήρχε διαδίκτυο. Και να υπήρχε υπολογιστής, αυτός ήταν μη συνδεδεμένος με τον έξω κόσμο. Μια συσκευή λιγότερη θα μπορούσε να σκεφτεί κάποιος. Δεν είναι όμως τόσο απλή η απουσία υπολογιστή και διαδικτύου. Ας δούμε μερικά παραδείγματα.
Το 1990 λοιπόν, είσαι σε καραντίνα και θες να μάθεις τα νέα. Δεν υπάρχει ενημέρωση από το διαδίκτυο. Τηλεόραση, ραδιόφωνο και τέλος. Ήταν η αρχή της ιδιωτικής ενημέρωσης τότε, οπότε θα περιμέναμε την Λιάνα Κανέλλη χωρίς ίχνος ρυτίδας να μας ενημερώσει από το ολόφρεσκο τότε Μέγκα. Όλη μέρα η τηλεόραση ανοιχτή θα ήταν, το μοναδικό παράθυρο στην επικαιρότητα. Βέβαια θα είχαμε γλιτώσει από όλες τις απίθανες «ειδήσεις» που κυκλοφορούν στο διαδίκτυο όπως είναι για παράδειγμα το τραίνο που κουβαλάει σε δεξαμενή τον ιό και το γράφει κιόλας απέξω, ή την αποκάλυψη ότι το Ντετόλ ανέφερε τον κορονοϊό πριν αυτός εμφανιστεί.
Εναλλακτική στην Λιάνα θα ήταν η εφημερίδα. Βόλτα στο περίπτερο κάθε μέρα στις 9 το πρωί που βγαίνουν οι «απογευματινές» εφημερίδες, για να μάθεις όσα γίνανε χθες. Συν μετράς μια ακόμα κοντινή επαφή με τον περιπτερά. Αν θέλεις φρέσκα νέα, πας περίπτερο στις πέντε το πρωί και παίρνεις κάποια από τις «πρωινές» εφημερίδες. Αν δε τα γεγονότα ήταν ραγδαία, έπαιρνες και την δεύτερη «έκτακτη» έκδοση της εφημερίδας που σε αυτές τις περιπτώσεις έβγαζε δύο φύλλα την ίδια ημέρα.
Όταν είσαι κλεισμένος στο σπίτι, θες να επικοινωνήσεις με άλλους. Καλώς ήρθες στα 90s: έχεις μόνο σταθερό τηλέφωνο, χωρίς να υπάρχει σε όλα τα σπίτια. Μόνο φωνή, ούτε βίντεο, ούτε ομαδικές κλήσεις, ούτε γραπτά μηνύματα, Μ Ο Ν Ο τηλέφωνο σταθερό. Το οποίο όποτε συνέβαινε κάτι δεν δούλευε, γιατί παίρνανε τηλέφωνο όλοι τους πάντες. Έκανε σεισμό 4,5 ρίχτερ στην Αθήνα ή έπαιρνε φωτιά στον Διόνυσο και μιλούσες με τον γνωστό σου μετά από τέσσερεις μέρες. Αν δεν είχες τηλέφωνο στο σπίτι, πάλι στο περίπτερο κατέληγες. Μίλαγες, είχε χρονόμετρο και στο τέλος πλήρωνες με το δευτερόλεπτο. Μια ακόμα κοντινή, επικίνδυνη, επαφή. Και φυσικά, ατζέντα στη τσέπη για όσα τηλέφωνα δεν θυμόσουν.
Από μουσική, τόσες μέρες στο σπίτι έχεις λιώσει τις ίδιες κασέτες σε επανάληψη. Στο Γουόκμαν βέβαια, για να μην ενοχλείς τους υπόλοιπους που ακούνε την Λιάνα στην τηλεόραση. Και περιμένεις τον ντιτζέι Πόλυ να φέρει νέα τραγούδια. Στην Αθήνα, γιατί στη Ναύπακτο είχαμε τοπικές φίρμες. Εναλλακτική στην βόλτα στο περίπτερο για επικοινωνία μέσω τηλεφώνου, οι ραδιοφωνικές αφιερώσεις σε πειρατικούς σταθμούς. Μονόδρομη επικοινωνία και χωρίς να ξέρεις αν το μήνυμα παρελήφθη…
Μετά την εφημερίδα λοιπόν, που από βαρεμάρα έχεις διαβάσει μέχρι και τις αγγελίες από το ΑΑΑΑβάδιστα έως και το ΩΡΟΛΟΓΙΟ αντίκα πωλείται, τι σου μένει να κάνεις μέσα στο σπίτι, όπου φυσικά η τηλεόραση είναι μόνιμα ανοιχτή τόσες ώρες; Περιμένεις να έρθει η ώρα για το Ρετιρέ, εντάξει, αλλά ως τότε; Κανένα βιβλίο, κέντημα, πλέξιμο, πάζλ για τους μεγάλους. Οι μικροί το πολύ πολύ πλεϊμομπίλ, καθώς ελάχιστοι είχαν νιτέντο. Στο τέλος θα κατέληγες σε κολιτσίνα ή τάβλι αν ο παππούς είχε κέφια, ή να πλάθεις κουλουράκια την γιαγιά αν ήσουν το 1990 παιδί σε καραντίνα. Αλλά παιδιά, παππούδες και γιαγιάδες δεν πάνε μαζί στον κορονοϊό, οπότε βαρεμάρα ατελείωτη στην καραντίνα του 1990…
Φυσικά θα έχανες την πρεμιέρα του Τζουράσικ Παρκ αφού έχουν απαγορευτεί οι συναθροίσεις στα σινεμά. Θα έπαιρνες όμως χαρτί προτεραιότητας στο βιντεοκλάμπ μόλις έβγαινε. Χρέωση με την ημέρα για τις καινούργιες ταινίες. Μέχρι να έρθει η σειρά σου για να ενοικιάσεις την χολυγουντιανή υπερπαραγωγή, θα έβλεπες ξανά το Ρόδα Τσάντα και Κοπάνα -ή τα Τσακάλια- που είχε χρέωση με την εβδομάδα πλέον. Τότε όμως θα είχες γκρίνια γιατί όσο εσύ έβλεπες ταινία, η τηλεόραση δεν θα έπαιζε ειδήσεις και Ρετιρέ. Συν μια ακόμα επικίνδυνη φυσική επαφή.
Σήμερα έχουμε youtube και Netflix για ταινίες, σειρές, σταντάπ και τραγούδια. Έχουμε Βάιμπερ, Σκάιπ, μέσεντζερ, γουατσάπ και μέιλ για να μιλάμε όλοι με όλους διαρκώς. Έχουμε τάμπλετ οπότε η τηλεόραση μένει ελεύθερη. Ιντερνετικά ραδιόφωνα για κάθε γούστο. Φέισμπουκ και Ίνστα για να περνάει η ώρα, για να χτίζουμε τη δημόσια εικόνα μας και να κουτσομπολεύουμε. Έχουμε ηλεκτρονικές αγορές για να ψωνίζουμε χωρίς να βγαίνουμε από το σπίτι. Σάιτ ενημερωτικά και «ενημερωτικά» για να μαθαίνουμε και να «μαθαίνουμε». Σύντομα, σε λίγε μέρες δηλαδή, θα έχουμε τηλεκπαίδευση, τηλεργασία, ακόμα και ψηφιακό Δημοτικό Συμβούλιο. Και τα περισσότερα, δωρεάν.
Α, έχουμε και σταθερό τηλέφωνο. Μπορεί να το ξεχάσαμε, αλλά όλα τα παραπάνω τα οφείλουμε σε αυτή την ταπεινή, ξεχασμένη συσκευή. Αυτά τα δύο συρματάκια που φτάνουν στο σπίτι μας έχουν φέρει την ευρυζωνικότητα, το γρήγορο διαδίκτυο δηλαδή στον καθένα μας.
Εκτός όμως από το ταπεινό και καταφρονεμένο σταθερό, οφείλουμε πολλά στον πατέρα του διαδικτύου: τον Βιντ Κερτ. Από το σχεδιασμό του το 1972 έως την συμβολή του στην Google την δεκαετία του 2000, του οφείλουμε πολλά. Ας του αποδώσουμε ένα φόρο τιμής μαθαίνοντας μερικά πράγματα για τη ζωή του. Πως; Μα φυσικά κάνοντας μια αναζήτηση στο διαδίκτυο 😛