Παρουσίαση Ηλίας Στ. Δημητρόπουλος
Το νέο βιβλίο του φίλου Θανάση Καλαβρουζιώτη, με τον εύστοχο τίτλο ΤΑ «ΚΑΛΟΥΔΙΑ» ΤΗΣ ΜΑΝΑΣ ΜΟΥ, είναι ένας ύμνος στον φορέα της ζωής, της Μάνας, γιατί μπορεί η Μαρία, το γένος Πατογιάννη, η μάνα του, να είναι το κεντρικό πρόσωπο του έργου, συγχρόνως όμως, είναι και απόδοση τιμής σε κάθε μάνα.
Ο συγγραφέας του βιβλίου, ο Θανάσης Καλαβρουζιώτης, είχε την ευτυχία να γεννηθεί και να μεγαλώσει μέσα σε μια δεμένη, παραδοσιακή οικογένεια, με πνεύμα αγάπης, νοικοκυροσύνης και δημιουργικότητας.
Ως ένα είδος απόδοσης τιμής, αγάπης και απέραντου σεβασμού στους γονείς του και ιδιαίτερα στη μάνα του, είχε την έμπνευση να καταγράψει, να διασώσει και να καταθέσει μέσα από τις σελίδες του βιβλίου, ζωντανές αφηγήσεις της, όταν αυτή στη δύση της ζωής της αγνάντευε από την Πάτρα (παραχείμαζε στο σπίτι του Θανάση), απέναντι, το χωριό τους τη Γαβρολίμνη και τα τραγουδισμένα βουνά της Κλόκοβας και της Βαράσοβας.
Οι αυθεντικές αφηγήσεις και αφκιασίδωτες καταγραφές είναι μια πολύτιμη ‘’προίκα’’ στις νεότερες γενιές, μέσω της οποίας διασώζονται σπουδαία λαογραφικά και άλλα στοιχεία, όπως είναι το ρουμελιώτικο γλωσσικό ιδίωμα, τα παραδοσιακά ήθη και έθιμα, τα τραγούδια, τα μυστήρια του γάμου και της βάπτισης, τα προξενιά και τα συμπεθεριά και βέβαια η βρύση του χωριού, που όπως η κάθε βρύση αποτελούσε βασικό σημείο αναφοράς για πολλές και παράπλευρες πτυχές της τοπικής ζωής.
Σπουδαία είναι και η καταγραφή του δεσίματος ολόκληρου του σογιού, που λίγες δεκαετίες πρωτύτερα από το σήμερα, είχε ξεχωριστή σημασία για πολλούς και ποικίλους λόγους αλληλεγγύης και κοινωνικής συμπόρευσης.
Και να λάβουμε υπόψη, ότι χρονικά η περίοδος της δράσης και της προσφοράς είναι σχετικά νωπή, όμως ο κόσμος έχει τελείως αλλάξει, ραγδαία, με τη μαζική αστικοποίηση του πληθυσμού και τις τεράστιες τεχνολογικές κατακτήσεις, με αποτέλεσμα τα αφηγούμενα να δυσκολεύουν πολύ τους νεότερους για να προσεγγίσουν και να κατανοήσουν τα περασμένα.
Υπό την έννοια αυτή το βιβλίο είναι και μια μικρή κιβωτός περασμένων, αλλά συγχρόνως και μια παρακαταθήκη.
Ένα άλλο ξεχωριστό σημείο περασμένων εποχών, που αναδύεται μέσα από τις σελίδες του έργου, είναι η θρησκευτικότητα, η βαθιά χριστιανική πίστη, που διέκρινε ειδικότερα τον κόσμο της υπαίθρου, ο οποίος αντλούσε δύναμη και ανατροφοδοτούσε την ελπίδα, όπως οι προγονοί μας στην τουρκοκρατία προσδοκούσαν το «ποθούμενο» της λευτεριάς.
Ο συγγραφέας φρόντισε να εμπλουτίσει το έργο με πολλές και κατανοητές διευκρινήσεις για τα παρατιθέμενα, σε κάθε κεφάλαιο. Παράλληλα, σε ένα είδος έκφρασης ευχαριστιών στον Δημιουργό, κατέγραψε και παραθέτει, σε έγχρωμη μορφή, όλα τα προσκυνητάρια (εικονίσματα) των περιοχών Γαβρολίμνης, Καλαβρούζας, Τρικόρφου, Άνω και Κάτω Βασιλικής, γεγονός που αποτελεί και ιδιαίτερη προσφορά στην τοπική ιστορία.
Και φυσικά οι προσεγμένες φωτογραφίες που εμπλουτίζουν το πόνημα, έρχονται να δέσουν κι αυτή την αξιόλογη εργασία του Θανάση Καλαβρουζιώτη, ο οποίος αενάως δημιουργεί και είναι παρών σε όλες τις εκφάνσεις της δημόσιας ζωής.
Συγχαίρω το φίλο Θανάση και τον ευχαριστώ θερμά για την άκρως τιμητική και κατά προτεραιότητα προσφορά του νέου βιβλίου του, όπου με την θερμή αφιέρωσή του αφήνει το ξεχωριστό στίγμα του.
Στο βιβλίο του Θανάση Καλαβρουζιώτη με τίτλο “Τα καλούδια της μάνας μου” τα ήθη και τα έθιμα πλημμυρίζουν τις σελίδες του αδιατάρακτα στο διάβα των χρόνων κι η ντοπιολαλιά αφτιασίδωτη ακούγεται σαν λάλος φλογέρας. Συναισθήματα που στη σημερινή εποχή δεν βρίσκουν τις λέξεις ν’ αποδοθούν, μέσα απ’ το βιβλίο η κυρά Μαρία τις χαρίζει απλόχερα. Η μεταφορά κι απόδοση της ντοπιολαλιάς στο χαρτί δύσκολο επιχείρημα, που ο συγγραφέας το ξεπέρασε ανώδυνα κι η αναφορά στον γενέθλιο τόπο συγκινητική! Καλοτάξιδο φίλε μου.
Από Χρήστο Μοσχονά, συγγραφές καθηγητή Μεσολογγίτη
Θέλω μερικές σκέψεις, που μου ’ρχονται διαβάζοντας το βιβλίο του καλού φίλου Θανάση Καλαβρουζιώτη, να τις μοιραστώ μαζί σας. Στα χωριά μας τα σόγια είναι μεγάλα κι έχουν ονοματεπώνυμο. Μ’ αυτό ξεκαθαρίζουν τα πάντα, απλά, παντοτινά και μεγαλόπρεπα. Οι ξωμάχοι μας μέσα στην απλότητά τους είναι γεμάτοι συναισθήματα και τα αποδίνουν μ’ απλές λέξεις που κουβαλάνε μεγάλη αξία. Ήταν είναι και θα ’ναι ξεχωριστός ο τρόπος με τον οποίον οι άνθρωποι της εξοχής, μέχρι το πρόσφατο παρελθόν- όταν αυτή είχε παρελθόν- μέσα απ’ τη ντοπιολαλιά τους ήθελαν να ξεκαθαρίσουν το: « ποιος και τίνος είναι»! Με δυο, το πολύ τρεις, άντε τέσσερις κουβέντες. Ούτε μια παραπάνω. Εξάλλου δεν τους περίσσευε χρόνος. Μέσα απ’ την αφήγησή της η κυρά Μαρία θυμάται και περιγράφει λεπτομερώς τη διαδρομή του ποτιστικού νερό σαν ξεκινούσε απ’ τις βρύσες της Γαβρολίμνης. Από πού περνούσε, σε ποιο και σε τίνος χωράφι έπεφτε. Μα το σπουδαιότερο κι αυτό το «τίνος» να προσδιοριστεί ποιανού ήταν!!! Είναι ένα γλωσσικός ιδιωματισμός που απαντάται έντονα στις περιοχές Ναυπακτίας και Δωρίδος. 1) Στ’ Αντών’ τ’ Φ’σ’κου Σπύρ’. 2) Στου χουράφ’ τ’ς Πατου’ιανοΚώσταινας. 3) Εκειά στ’ ΜιχοΚώστα. 4) Μιτά πάηνι στ’ Μαστραπα’Λέκ’. 5) κι έπιφτι στ’ ΤσιτσουΣπυρδ’ούλ’. Ελπίζω να μη σας μπέρδεψα. Αν παρά ταύτα, λέω αν έχετε γίνει σαν ψιλή μπερδεμένη πετονιά, ε, θα σας βοηθήσω. Πάμε λοιπόν. 1) Θέλει να πει η Κυρά Μαρία: «Στου Αντώνη, τον γιο του Σπύρου του Φουσέκη. 2) Στο χωράφι της γυναίκας του Κώστα Πατογιάννη. 3) Εκεί δα στον Κώστα τον γιο του Μιχάλη. 4) Εδώ έχουμε ονοματεπώνυμο. Μαστραπάς Αλέκος. 5) έπεφτε στο χωράφι του Τσίτσα που ’χε γυναίκα τη Σπυριδούλα. Τώρα αν σας λείπουν μερικά «ε» και «ι» ο ΚωστοΘανάσης της ΚαλαβρουζιωτοΚώσταινας, μου ’πε ότι του περισσεύουν μπόλικα.