Ένα από τα πλέον πολυσυζητημένα έργα της ευρύτερης περιοχής, υψίστης σημασίας, που όμως στην πορεία του χρόνου αποτελεί μνημείο κακής διαχείρισης από την ελληνική πολιτεία είναι αυτό του αναδασμού της πεδιάδας του Μόρνου. Κρατώντας δέσμιους τους καλλιεργητές εδώ και χρόνια, τους έχει οδηγήσει σε σημείο όπου η λέξη υπομονή είναι πλέον άγνωστη στο λεξιλόγιό τους. Εξού και η δικαστική οδός στην οποία κατέφυγαν προ λίγων μηνών, μην έχοντας άλλο μέσω να διεκδικήσουν το δίκιο τους, το οποίο σε προφορικό επίπεδο όλοι τούς το αναγνωρίζουν όμως στην πράξη ακόμα είναι στο περίμενε. Το έργο της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας είναι σε εξέλιξη, όμως με καθυστερήσεις και αυτό, ενώ φως στο ορίζοντας για τα απαραίτητα συνοδά έργα δε φαίνεται για την ώρα.
Σήμερα μιλάμε στην εφημερίδα «εμπρός Ναυπάκτου» με τον Κώστα Κουτσόπουλο, πρόεδρο του ΤΟΕΒ της πεδιάδας του Μόρνου, για την πορεία του έργου, γυρίζοντας το χρόνο πίσω έως και το τώρα. Φωτίζουμε σημαντικές του πτυχές και θέτουμε μέσω των όσων μας μεταφέρει τα βασικά ζητήματα που θα πρέπει να «τρέξουν». Κι όπως μας λέει καταλήγοντας στη συζήτησή μας, μιλάμε για ένα έργο που έχουν δαπανηθεί ήδη 15 εκατ. ευρώ, συν άλλα 6,5 εκατ., το οποίο όμως ακόμα και σήμερα, τόσα χρόνια μετά την έναρξή του, ακόμα ταλαιπωρεί το κόσμο.
Αν θέλαμε να γυρίσουμε στην απόφαση πραγματοποίησης του έργου του αναδασμού πόσα χρόνια πίσω θα πρέπει να πάμε, και φυσικά πόσο πιο πίσω αν πρέπει να συναντήσουμε την ιδέα γι’ αυτό;
Η πρώτη μελέτη για έργα γεωργικής αξιοποίησης της πεδιάδας Μόρνου έγινε το 1960 για λογαριασμό του Υπουργείου Γεωργίας, η οποία όμως, κυρίως λόγω της δέσμευσης των νερών του π. Μόρνου για την ύδρευση της Αττικής, με τα οποία νερά αρδευόταν κατά το πλείστον η πεδιάδα, δεν υλοποιήθηκε.
Τη δεκαετία του ’80, μετά τη λειτουργία του φράγματος στο Λιδωρίκι, η ανάγκη αναπλήρωσης των επιφανειακών νερών άρδευσης της πεδιάδας, ανάγκασε το Υπ. Γεωργίας να προχωρήσει στην υλοποίηση των εγγειοβελτιωτικών έργων της πεδιάδας. Ο σχεδιασμός προέβλεπε εγγειοβελτιωτικά έργα σε δύο υποζώνες της πεδιάδας και υλοποίηση σε δύο φάσεις. Στην βόρεια υποζώνη, στην Α’ φάση, προέβλεπε υπόγειο δίκτυο άρδευσης χωρίς αναδασμό, έργο το οποίο πραγματοποιήθηκε και λειτουργεί από το 1995 με δυνατότητα άρδευσης περίπου 5.500-6.000 στρ.
Στη νότια υποζώνη, στη Β’ φάση, με μελέτη του 1988, προέβλεπε εγγειοβελτιωτικό έργο με αναδασμό και άρδευση με ανοικτό δίκτυο διωρύγων. Πρόκειται για το γνωστό έργο του «Αναδασμού» που άρχισε να κατασκευάζεται το 2006.
Εδώ πρέπει να σημειώσουμε ότι, στον αρχικό σχεδιασμό, τα εγγειοβελτιωτικά έργα πεδιάδας Μόρνου, αφορούσαν τμήματα της πεδιάδας και στο νομό Φωκίδας και στο νομό Αιτ/νίας. Στην πορεία όμως αυτά περιορίστηκαν στη Φωκίδα με μόνη εξαίρεση την παροχή κάποιας ποσότητας νερού άρδευσης στον ΤΟΕΒ Τρύπου Ξυνοροδιάς ης Ναυπακτίας.
Μπορείτε εν συντομία, για να καταλάβουν και οι αναγνώστες μας που δεν έχουν γνώση, να μας πείτε τι είναι αυτό που ονομάζουμε έργο αναδασμού για την περιοχή και ποια θεωρητικά η χρησιμότητά του;
Το γνωστό ως έργο «Αναδασμού» (ο επίσημος τίτλος ήταν: Δίκτυο ανοικτών διωρύγων πεδιάδας Μόρνου ν. Φωκίδας), περιλάμβανε έργα αποστράγγισης μέσω δικτύου χωμάτινων τάφρων και δύο αντλιοστασίων, έργα άρδευσης μέσω δικτύου ανοικτών σκυροδετημένων διωρύγων, μιας δεξαμενής, ενός αντλιοστασίου, αγωγών προσαγωγής του νερού και τριών γεωτρήσεων, έργα αγροτικής οδοποιίας και βεβαίως έργο αναδασμού της γης. Παράλληλα προβλεπόντουσαν ισοπεδώσεις και συστηματοποίηση εδαφών, χωρίς όμως να έχουν μπει στην αρχική εργολαβία.
Η χρησιμότητά του, σύμφωνα τουλάχιστον με τους αρχικούς σχεδιασμούς, ήταν η βελτίωση και η περεταίρω αξιοποίηση της γεωργικής παραγωγής.
Ένα έργο το οποίο δεν έγινε «αναίμακτα» δεκτό στην περιοχή, καθώς οι ντόπιοι θυμούνται πως είδαν κάποια στιγμή στον κάμπο μέχρι και δυνάμεις καταστολής της ελληνικής αστυνομίας…
Είναι γεγονός ότι για την κατασκευή του έργου του «Αναδασμού» υπήρξαν έντονες αντιδράσεις από μεγάλη μερίδα κτηματιών με φαινόμενα καταστολής, είτε επειδή δεν είχαν πειστεί για τη χρησιμότητά του, είτε επειδή επιθυμούσαν άλλη αξιοποίηση των κτημάτων τους.
Το έργο, ακόμα και υπό αυτές τις συνθήκες ξεκίνησε, με ποιο φυσικό αντικείμενο στην πρώτη του μορφή, έως που έφτασε και γιατί δεν ολοκληρώθηκε ποτέ, όπως κανείς θα περίμενε να συμβεί;
Η αρχική κύρια και μεγάλη εργολαβία ξεκίνησε το 2006 και περιελάμβανε τα έργα άρδευσης, αποστράγγισης και οδοποιίας ενώ παράλληλα υπήρχε το υποέργο αναδασμού της γης με ευθύνη της Π.Ε. Φωκίδας το οποίο βεβαίως δεν μπορούσε να ολοκληρωθεί αν δεν ολοκληρωνόταν η κύρια εργολαβία. Ό,τι περιελάμβανε η κύρια εργολαβία έπρεπε να λειτουργεί από αρχές του 2011 και από τότε σταμάτησαν να καταβάλλονται στους καλλιεργητές αποζημιώσεις για την απώλεια εισοδήματος.
Δυστυχώς όμως το έργο κατασκευάστηκε με πολλές κακοτεχνίες και αστοχίες, ιδιαίτερα το δίκτυο άρδευσης και η δεξαμενή. Παρόλα αυτά, η τότε διοίκηση του Οργανισμού προέβη σε διοικητική παραλαβή για χρήση των περισσότερων τμημάτων του έργου μεταξύ των οποίων και ελαττωματικών, κάτι που είχε επιπτώσεις στην εξέλιξη του θέματος (πχ στη μη συνέχιση καταβολής αποζημιώσεων).
Η προβληματική εκτέλεση του έργου επισημάνθηκε και αναδείχθηκε στη συνέχεια από τον Οργανισμό μας αλλά και από άλλους φορείς, κάτι που υποχρέωσε το Υπουργείο Αγρ. Ανάπτυξης να μην το παραλαμβάνει, ωστόσο όμως η εργολαβία, μετά από σχετική δικαστική απόφαση, διαλύθηκε με υπουργική απόφαση το 2017. Έτσι το έργο δεν συντηρείται από τον εργολάβο, όπως θα έπρεπε να γίνεται μέχρι την οριστική παραλαβή του από τον χρήστη, δηλαδή τον ΤΟΕΒ. Παράλληλα, δεν πραγματοποιήθηκαν τα απαραίτητα συνοδά υποέργα (ισοπεδώσεις, συστηματοποίηση εδαφών κλπ) και δεν έγινε εφαρμογή της μελέτης του αναδασμού της γης.
Αποτέλεσμα όλων αυτών είναι, σήμερα, δεκαοκτώ σχεδόν χρόνια μετά την έναρξή του και δεκατρία μετά την προβλεπόμενη ολοκλήρωσή του, το έργο να μην λειτουργεί και να απαξιώνεται, τα χωράφια να είναι τεμαχισμένα και βεβαίως να μην μπορούν να αρδευτούν και οι κτηματίες να μην ορίζουν τις περιουσίες τους.
Μετά από χρόνια ταλαιπωρίας μπαίνει στο έργο και η Περιφέρεια. Με ποιο φυσικό αντικείμενο αυτή τη φορά;
Βλέποντας την αδράνεια του ΥπΑΑΤ για ολοκλήρωση του έργου, ο Οργανισμός μας το 2015 ζήτησε από τον τότε Περιφερειάρχη Στ. Ελλάδας να αναλάβει η Περιφέρεια την ολοκλήρωσή του, κάτι που έγινε αποδεκτό. Το 2016-17 η Περ. Στ. Ελλάδας υπέβαλε στο ΥπΑΑΤ σχετική Τεχνική Πρόταση για την ολοκλήρωση του έργου με την προϋπόθεση της χρηματοδότησής του από αυτό, το οποίο και την αποδέχθηκε. Η πρόταση περιελάμβανε την κατασκευή νέου υπόγειου σωληνωτού συστήματος άρδευσης, σε αντικατάσταση του ανοικτού προβληματικού δικτύου διωρύγων. Στη συνέχεια εκπόνησε τη σχετική μελέτη άρδευσης για έργο 6,5 εκ. ευρώ και δημοπράτησε το έργο.
Και εδώ φαίνεται πως υπάρχει πρόβλημα όμως διότι προχωρά με πολύ χαμηλούς ρυθμούς. Ποιος ο λόγος που συμβαίνει αυτό;
Πράγματι, ενώ ο εργολάβος εγκαταστάθηκε πριν ένα χρόνο, το έργο προχωρά με πολύ αργούς ρυθμούς, δεν έχει εκτελεστεί ούτε το 5-10% του έργου και υπάρχουν μεγάλα διαστήματα απραξίας. Ο λόγος, όπως μας αναφέρθηκε, είναι η βραδύτητα στη χρηματοδοτική ροή.
Ακόμα κι αν υποθέσουμε πως αυτό το έργο προχωρά, παραμένουν ανοιχτά κάποια συνοδά έργα που θα πρέπει να γίνουν, για τα οποία έως σήμερα δεν υπάρχει κάποια πρακτική εξέλιξη, παρότι όλοι γνωρίζουν πως πρέπει να γίνουν. Στο μέτωπο αυτό που βρίσκονται τα πράγματα;
Εδώ και πολλά χρόνια, έχουμε επισημάνει εγγράφως και προφορικά με παραστάσεις, τόσο σε υπηρεσιακό όσο και σε πολιτικό επίπεδο, την αναγκαιότητα να εκτελεστούν και τα συνοδά συμπληρωματικά υποέργα τα οποία μάλιστα στον αρχικό σχεδιασμό αναφερόντουσαν ως απαραίτητα –και είναι απαραίτητα- για την ολοκλήρωση του έργου. Πρόκειται για τις ισοπεδώσεις, τη συστηματοποίηση των εδαφών με το ξήλωμα των παλιών δρόμων που καταργούνται και γίνονται χωράφια, για την επιχωμάτωση των παλιών τάφρων που καταργούνται και γίνονται και αυτές χωράφια, την αποστράγγιση στην περιοχή ανάντη της Χιλιαδούς και άλλα μικροέργα.
Επίσης, εκκρεμεί από το 2017 που έγινε η διάλυση της εργολαβίας, η εκκαθάριση με τον παλιό εργολάβο και η παραλαβή του ό,τι έχει συντελεστεί. Πράγμα αυτονόητο για μία ευνομούμενη πολιτεία, ώστε να προσδιοριστεί τι πρέπει στη συνέχεια να γίνει και από ποιόν θα γίνει. Δυστυχώς όμως, παρά τις εκκλήσεις μας προς κάθε κατεύθυνση, με κύρια ευθύνη του ΥπΑΑΤ, αυτό δεν έχει γίνει.
Εδώ κ. Καρανικόλα αξίζει να αναφέρουμε ότι με την όλη υπόθεση έχει ασχοληθεί και ο Συνήγορος του Πολίτη, τόσο για την ολοκλήρωση του έργου, όσο και για την καταβολή αποζημιώσεων. Παρόλο λοιπόν που ο βοηθός Συνηγόρου έχει απευθυνθεί τέσσερις φορές στο ΥπΑΑΤ, δεν έχει λάβει καμία απάντηση. Πρωτοφανές, όπως μας αναφέρθηκε!
Η όλη εξέλιξη του θέματος εμπεριέχει όλες τις γνωστές παθογένειες του ελληνικού «κράτους»: ελλιπής σχεδιασμός για την εκτέλεση ενός σημαντικού έργου, πλημμελής επίβλεψη στην εκτέλεση έργου, ελλιπής έως ανύπαρκτη συνεργασία των εμπλεκόμενων υπηρεσιών, ευθυνοφοβία και ατολμία στην αντιμετώπιση δύσκολων καταστάσεων κλπ.
Και ενώ συμβαίνουν ή δε συμβαίνουν όλα τα παραπάνω, στην πορεία του χρόνου, οι καλλιεργητές παραμένουν χωρίς αποζημίωση από το 2010. Μία ακόμα πληγή ανοιχτή…
Ακριβώς. Δόθηκαν αποζημιώσεις ηρτημένης εσοδείας μέχρι το 2010 γιατί πίστευαν στο Υπουργείο ότι από το 2011 το έργο θα λειτουργούσε. Πώς ήταν δυνατόν όμως να γίνει αυτό, ακόμα και αν το έργο είχε εκτελεστεί σωστά, εάν δεν είχαν γίνει και τα απαραίτητα συνοδά έργα (ισοπεδώσεις κλπ), αφού αυτά δεν είχαν συμπεριληφθεί στην αρχική εργολαβία; Πολύ δε περισσότερο τώρα που το έργο κατασκευάστηκε προβληματικό. Και εδώ αδιαφορία από πλευράς υπηρεσιών. Μάλιστα, μετά από παρέμβασή μας, η Νομική Υπηρεσία της Περ. Στ. Ελλάδας γνωμοδότησε ότι αποζημιώσεις πρέπει να δίνονται μέχρι την ολοκλήρωση του έργου και την οριστική παραλαβή των κτημάτων από τους κτηματίες, εφόσον αποδεικνύεται η καλλιέργειά τους.
Πολλοί εξ αυτών μάλιστα έχουν αποφασίσει να πάρουν το δρόμο της δικαιοσύνης, μην μπορώντας να κάνουν άλλη υπομονή…
Πράγματι, η υπομονή τους έχει εξαντληθεί από καιρό. Έτσι, αρκετοί καλλιεργητές κινήθηκαν δικαστικά με αγωγές για τη διεκδίκηση αποζημιώσεων ηρτημένης εσοδείας.
Στο κατώφλι του 2024, υπάρχει κανείς στον κάμπο που να πιστεύει μετά από τόσα χρόνια ότι το έργο αυτό μπορεί να ολοκληρωθεί; Πόση υπομονή να κάνει κάποιος και από που να πιαστεί για να συνεχίσει να πιστεύει πως στο τέλος όλα θα γίνουν;
Είναι γεγονός ότι, η τοπική κοινωνία, με όλη την εξέλιξη του έργου και έχοντας βιώσει πολλές παθογένειες αυτού που ονομάζουμε «ελληνικό κράτος», στο οποίο συμπεριλαμβάνω δημόσια διοίκηση και πολιτικό προσωπικό της χώρας, έχει δικαιολογημένα απογοητευτεί.
Είναι δυνατόν όμως να μην ολοκληρωθεί ένα έργο για το οποίο έχουν ήδη δαπανηθεί 15 εκ. ευρώ και μάλιστα με ευρωπαϊκή συγχρηματοδότηση και για το οποίο είναι σε εξέλιξη συμπληρωματικό έργο 6,5 εκ. ευρώ;