Μαρτυρίες και ντοκουμέντα για το χθες
Του Γεώργιου Α. Παραλίκα
ΤΟΥΡΚΟΙ ΑΙΧΜΑΛΩΤΟΙ ΣΤΗ ΝΑΥΠΑΚΤΟ
Κατά τη διάρκεια των πολέμων 1912 – 1913 και κυρίως στις πολεμικές επιχειρήσεις, που έγιναν για την απελευθέρωση των Ιωαννίνων και της Ηπείρου γενικότερα, συνελήφθησαν πολλοί Τούρκοι στρατιώτες αιχμάλωτοι. Αρκετούς από αυτούς τους έφεραν και τους κρατούσαν στο φρούριο της Ναυπάκτου, γιατί παρείχε ασφάλεια ως προς την κράτηση, μέχρι να αποφασισθεί τι θα γίνει με τους αιχμαλώτους γενικά.
Ως αιχμάλωτοι έπρεπε να τύχουν ειδικής μεταχείρισης, αυτής που προβλεπόταν για τους αιχμαλώτους, όπως παροχή τροφής, εξασφάλιση ύπνου, ψυχαγωγία κ.λπ. Κατά την περίοδο της παραμονής τους στην πόλη μας έχουμε τέσσερεις συμβολαιογραφικές πράξεις, που μας δείχνουν πώς τους συμπεριφέρθηκαν οι αρχές.
Η πρώτη συμβολαιογραφική πράξη12 εργολαβίας έχει ως θέμα την ανάθεση παρασκευής και διανομής συσσιτίου στους αιχμαλώτους. Από τη συμβολαιογραφική πράξη αυτή μαθαίνουμε ότι ήρθαν αρχικά στη Ναύπακτο 467 Τούρκοι αιχμάλωτοι, αλλά οι τρεις (3) απεβίωσαν και έτσι απέμειναν 464.
Σύμφωνα με την υπ’ αριθμόν 2278/1913 τηλεγραφική διαταγή του υπουργείου Στρατιωτικών έγινε μειοδοτική δημοπρασία για την καθημερινή παρασκευή και χορήγηση συσσιτίου «εις τους ενταύθα αποσταλέντας Τούρκους αιχμαλώτους». Τη δημοπρασία ανέλαβε και διενήργησε ο Βασίλης Μπότσης, Ανθυπασπιστής Χωροφυλακής και Αστυνομικός Υποδιευθυντής Ναυπάκτου. Μειοδότης της δημοπρασίας αναδείχθηκε ο Κωνσταντίνος Χαρισιάδης, καφεπώλης, κάτοικος Ναυπάκτου. Η προκειμένη εργολαβία συμφωνήθηκε για τριάντα (30) συνεχείς ημέρας.
Το εβδομαδιαίο συσσίτιο, που θα εχορηγείτο στους αιχμαλώτους ήταν το εξής:
· Δευτέρα: Το μεσημέρι πατάτες, από 100 δράμια κάθε μερίδα, και το βράδυ 25 δράμια ελιές η μερίδα.
· Τρίτη: Το μεσημέρι βακαλάος, από 40 δράμια κάθε μερίδα και το βράδυ 25 δράμια χαλβά η μερίδα.
· Τετάρτη: Το μεσημέρι 35 δράμια όσπρια κάθε μερίδα και το βράδυ 25 δράμια ελιές η μερίδα.
· Πέμπτη: Το μεσημέρι κρέας, 70 δράμια κάθε μερίδα και το βράδυ 20 δράμια τυρί η μερίδα.
· Παρασκευή: Το μεσημέρι ρύζι, 35 δράμια η κάθε μερίδα και το βράδυ ρέγκα, χωρίς να προσδιορίζεται η ποσότητα.
· Σάββατο: Το μεσημέρι ζυμαρικά, 35 δράμια κάθε μερίδα και το βράδυ χαλβάς ή ελιές στην ποσότητα που αναφέρεται παραπάνω.
· Κυριακή: Το μεσημέρι κρέας, 70 δράμια η κάθε μερίδα και το βράδυ 20 δράμια τυρί η μερίδα.
Στη συνέχεια αναφέρονται οι όροι παρασκευής του συσσιτίου, ότι δηλαδή: α) Το συσσίτιο θα παρασκευάζεται από τον εργολάβο εντός του φρουρίου και β) Πριν από τη διανομή του θα ελέγχεται από τον αστίατρο και ανάλογα με την ποιότητά του θα σερβίρεται ή όχι. Το δημόσιο μπορεί να παρατείνει την εργολαβία, αν παραταθεί η παραμονή των αιχμαλώτων στη Ναύπακτο. Τέλος αναφέρεται και η εγγύηση, που θα κατέβαλε ο εργολάβος για την καλή ποιότητα της εργολαβίας.
Παράλληλα με την εργολαβία σίτισης των Τούρκων αιχμαλώτων στη Ναύπακτο έγινε σύμβαση για την παροχή άρτου. Σύμφωνα με την δεύτερη συμβολαιογραφική πράξη13 ο Ανθυπασπιστής της Χωροφυλακής Βασίλης Μπότσης -σύμφωνα πάντα με την υπ αριθμόν 3841/1913 διαταγή του Υπουργείου Στρατιωτικών- έκανε σύμβαση με πέντε (5) αρτοποιούς της Ναυπάκτου: Τον Ιωάννη Μέρμυγκα, τον Κωνσταντίνο Μέρμυγκα, τον Ιωάννη Κοργιαλά, τον Σπυρίδωνα Αθανασίου και τον Γρηγόρη Ράπτη, που ανέλαβαν για 15 μέρες την παρασκευή και χορήγηση 464 άρτων, ανά διήμερο από της ημέρας εκείνης, στους 464 Τούρκους αιχμαλώτους.
Στην παραπάνω συμβολαιογραφική πράξη αναφέρονται και οι όροι παρασκευής του άρτου, ότι δηλαδή: α) Θα παρασκευάζεται από αλεύρι δευτέρας ποιότητας, β) Θα είναι αμιγής ξένων ουσιών και γ) Θα ζυμώνεται και θα ψήνεται καλώς. Κάθε άρτος θα έχει βάρος 600 δράμια και θα γίνεται έλεγχος και για την ποιότητα και για την ποσότητά του.
Σε περίπτωση που θα παρατηρηθεί κάποια ατέλεια (ποιότητα, βάρος) θα κατάσχεται και θα αντικαθίσταται με άλλον από την αγορά εις βάρος των εργολάβων.
Η σύμβαση αναφέρει, επίσης, την τιμή κάθε άρτου και την εγγύηση, που θα κατέβαλε κάθε αρτοποιός, ήτοι 60 δραχμές για την καλή και ακριβή εκπλήρωση των όρων της συμφωνίας. Το δημόσιο, όπως προαναφέρθηκε, μπορούσε να επεκτείνει το χρόνο χορήγησης του άρτου, πέραν του αναφερομένου στη αρχή χρόνου. Μετά την λήξη της συμβάσεως δεν θα ήτο δυνατόν να αποκτηθεί δικαίωμα αποζημιώσεως.
Αφού εξασφαλίσθηκε ο άρτος και το φαγητό στους Τούρκους αιχμαλώτους έπρεπε να εξασφαλισθεί και η στοιχειώδης ψυχαγωγία. Για το σκοπό αυτό έγινε πλειοδοτική δημοπρασία για τη σύσταση καπηλειού (καφενείου) εντός του φρουρίου.
Σύμφωνα λοιπόν με την υπ αριθμόν 22322/1913 τηλεγραφική διαταγή του Υπουργείου Στρατιωτικών έγινε πράγματι πλειοδοτική δημοπρασία για την λειτουργία καφενείου εντός του φρουρίου. Πλειοδότες αναδείχθηκαν ο Ιωάννης Δημολίτσας, ο Γεώργιος Γαλάνης, ο Δημ. Μακρής, κτηματίας, κάτοικοι Ναυπάκτου και ο Κωνσταντίνος Ευσταθίου, κτηματίας, κάτοικος Παλαιοξαρίου που προσέφεραν 20 δραχμές μηνιαίως. Μετά από αυτά συντάχτηκε η τρίτη (3η) συμβολαιογραφική πράξη14.
Στη νέα συμβολαιογραφική πράξη, μεταξύ Βασίλη Μπότση και πλειοδοτών αναφέρονται οι όροι της σύμβασης ο οποίοι προβλέπουν: α) Η εργολαβία να αρχίσει από την επομένη, ήτοι 5η Μαρτίου ε.ε. (1913), και β) Να διαρκέσει όσο χρόνο παραμείνουν στη Ναύπακτο οι αιχμάλωτοι. γ) Το μίσθωμα, 20 δραχμές μηνιαίως, να καταβάλλεται στο δημόσιο ταμείο κάθε 1η του μήνα προκαταβολικώς. Σε περίπτωση καθυστέρησης να κηρύσσονται έκπτωτοι. δ) Το καπηλειό να διαθέτει όλα τα αναγκαία είδη για τους αιχμαλώτους και αυτά να πωλούνται σύμφωνα με τις κανονισμένες αστυνομικές διατιμήσεις. ε) Οφείλουν οι εργολάβοι στο διάστημα της μίσθωσης να έχουν μπροστά από το καπηλειό αναμμένο φανό κατά τη διάρκεια όλης της νύχτας. στ) Τέλος δε, αναφέρεται η κατάθεση εγγύησης 100 δραχμών για την ακριβή εκπλήρωση των όρων.
Όπως προκύπτει από την 4η συμβολαιογραφική πράξη15 είχαμε άφιξη και νέων αιχμαλώτων. Αφού συντάχθηκε νέο εργολαβικό για την σίτιση των 1.116 νέων Τούρκων αιχμαλώτων, η εργολαβία έγινε πάλι μεταξύ του Βασίλη Μπότση και Ιωάννη Δημολίτσα, ο οποίος ήταν ο μειοδότης της δημοπρασίας για τη σίτισή τους.
Η μειοδοτική δημοπρασία έγινε σύμφωνα με την υπ’ αριθμόν 19814/1913 τηλεγραφική διαταγή του Υπουργείου Στρατιωτικών.
Στο παραπάνω εργολαβικό αναφέρονται λεπτομερώς, το συσσίτιο των αιχμαλώτων για κάθε μέρα, που ήταν το ίδιο με της προηγούμενης εργολαβίας, ως επίσης οι υποχρεώσεις του εργολάβου, που ήταν κι αυτές ίδιες με τις αναφερόμενες στο προηγούμενο εργολαβικό.
Οι Τούρκοι αιχμάλωτοι μετά την εγκατάστασή τους στο κάστρο της πόλης είχαν την δυνατότητα να επικοινωνήσουν με τους οικείους τους δι’ αλληλογραφίας. Αφού τους ενημέρωναν πού ήταν και ότι είναι καλά, τους ζητούσαν να τους αποστείλουν χρήματα για τα προσωπικά τους έξοδα. Πράγματι τους απέστειλαν χρήματα με ταχυδρομικές και τηλεγραφικές επιταγές, οι οποίες εξωφλούντο διά συμβολαιογραφικών πράξεων16. Έχουμε τρεις (3) τέτοιες συμβολαιογραφικές πράξεις, από τις οποίες η πρώτη συμβολαιογραφική πράξη17 αφορούσε εξόφληση τηλεγραφικής επιταγής, της οποίας παραλήπτης ήταν ο Ισάν Ιβραΐμη, Οθωμανός αιχμάλωτος από το Σπατάρι Φιλιατών Ηπείρου. Το ποσόν της επιταγής ήταν 252,20 δραχμές. Αποστολέας ήταν ο Γεράσιμος Α. Σκανδαλέζος από την Κέρκυρα.
Η δεύτερη συμβολαιογραφική πράξη18 φέρει την υπογραφή του ίδιου συμβολαιογράφου. Αφορούσε στην εξόφληση τηλεγραφικής επιταγής στο όνομα Ραούτ Φεϊζουλάχ, Οθωμανού αιχμαλώτου από το Βιτώλι Μοναστηρίου. Η εξόφληση έγινε στην Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος (Υποκατάστημα Ναυπάκτου) για το ποσό 44,50 δραχμών. Ήταν τηλεγραφική επιταγή του υποκαταστήματος της Εθνικής Τράπεζας Πειραιά με αριθμό κρυπτογραφικής (κλειδάριθμος) 708. Κατατέθηκε παρά της “Banque de Salonique Monastir”. Τα χρήματα τα εισέπραξε ο παραπάνω αναφερόμενος ενώπιον των μαρτύρων που αναφέρονται στη συμβολαιογραφική πράξη.
Η τρίτη συμβολαιογραφική πράξη19 αφορούσε στην εξόφληση ταχυδρομικής επιταγής. Παραλήπτης ήταν ο Ταχήρ Ηζέτης, Οθωμανός αιχμάλωτος από την Βέρβη Φιλιατών της Ηπείρου. Η εξόφληση έγινε από το τοπικό ταχυδρομικό γραφείο. Το ποσό της επιταγής ήταν 172 δραχμές. Η αποστολή της επιταγής έγινε από τον Παναγιώτη Σούλη από τον Πειραιά. Τα χρήματα εισέπραξε ο παραπάνω αναφερόμενος παρουσία των μαρτύρων, που αναφέρονται στη συμβολαιογραφική πράξη.
Και στις τρεις (3) παραπάνω συμβολαιογραφικές πράξεις οι δικαιούχοι δηλώνουν άγνοια γραμμάτων και πιστεύουμε ότι γι’ αυτό το λόγο γίνονταν οι συμβολαιογραφικές πράξεις ενώπιον μαρτύρων, ενώ οι γνωρίζοντες γράμματα τα εισέπρατταν αυτοπροσώπως.
Κατά την παραμονή τους στη Ναύπακτο οι Τούρκοι αιχμάλωτοι δεν γνωρίζουμε ακριβώς με τι ασχολούνταν. Η παράδοση αναφέρει ότι πολλοί από αυτούς εργάστηκαν σε διάφορες γεωργικές εργασίες με την ευθύνη πάντα των εργοδοτών. Ο εργοδότης έπαιρνε τον αιχμάλωτο-εργάτη το πρωί αυτοπροσώπως και τον παρέδιδε το βράδυ μετά το πέρας της εργασίας αφού πρώτα τον πλήρωνε για την εργασία που προσέφερε.
Η μόνη γραπτή πληροφορία που έχουμε για την εργασία των Τούρκων αιχμαλώτων στη Ναύπακτο είναι από το τριμηνιαίο περιοδικό “ΕΛΛΗΝΟΜΝΗΜΩΝ” που εξέδιδε ο Σπυρ. Λάμπρου. Διαβάζουμε στο περιοδικό ότι: “επ’ ευκαιρίας της εγκαταστάσεως Τούρκων αιχμαλώτων διετάχθη επισκευή του εν τη πόλει ταύτη σωζωμένου Βενέτικου Φρουρίου”.
Δεν γνωρίζουμε όμως αν η παραπάνω εργασία γινόταν επ’ αμοιβή ή όχι (αγγαρεία).
Πόσο παρέμειναν οι Τούρκοι αιχμάλωτοι στη Ναύπακτο δεν μας είναι γνωστό. Ίσως παρέμειναν πάνω από έξι (6) μήνες. Αν όχι όλοι, κάποιοι σίγουρα, αφού η τρίτη εξόφληση ταχυδρομικής επιταγής έγινε στις 31 Αυγούστου 1913 σύμφωνα με την ημερομηνία που αναφέρει η συμβολαιογραφική πράξη.
Για την εγκυρότητα των στοιχείων επισυνάπτω ενδεικτικά φωτοτυπία συμβολαιογραφικής πράξης (2136/1913) εξόφλησης επιταγής Οθωμανού αιχμαλώτου.
(συνεχίζεται)
*απόσπασμα από το βιβλίο «Εν Ναυπάκτῳ τῇ… Μαρτυρίες καί ντοκουμέντα γιά τό χθές», του Γεώργιου Παραλίκα που δημοσιεύεται σε συνέχειες στην έντυπη έκδοση της εφημερίδας «εμπρός»